Τον ρόλο του πληροφοριοδότη «Χι» στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη και τη χαρτογράφηση- ταυτοποίηση προσώπων που αποδείχθηκε στην πορεία ότι ήταν μέλη της οργάνωσης, καιρό πριν από την έκρηξη της βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού αναδεικνύει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Στον ίδιο δρόμο» ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης.
Δίνοντας ελάχιστα στοιχεία για το συγκεκριμένο πρόσωπο, που κατά την αφήγηση έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξάρθρωση της τρομοκρατικής οργάνωσης είτε περιγράφοντας πρόσωπα και ρόλους, είτε επιβεβαιώνοντας υποψίες και σενάρια, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη αφηγείται με συναρπαστικές λεπτομέρειες την πορεία προς την αλλαγή δόγματος για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας όταν βρέθηκε για πρώτη φορά «στον λάκκο με τα φίδια»- αυτός είναι ο τίτλος του κεφαλαίου του βιβλίου του, στο οποίο περιγράφει την πρώτη του θητεία στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης, τότε.
Ο «Χι» εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2001 και κατά την εκτίμηση του Χρυσοχοϊδη ίσως είχε περάσει από τον ΕΛΑ, αποδείχθηκε ωστόσο, πολύτιμος πληροφοριοδότης.
Η αφήγηση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη για το ξετύλιγμα του κουβαριού της τρομοκρατίας, ξεκινά ουσιαστικά από ένα περιστατικό κατά την πρώτη του συνάντηση με τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα, το 1999: «Η κουβέντα μας με τον Μπερνς πολύ σύντομα πήγε στην τρομοκρατία. Εγώ ίσα που είχα συμπληρώσει μήνα στη θέση μου και δεν είχα ακόμα καθόλου καθαρή εικόνα του τι πραγματικά συμβαίνει. Ετσι, έκανα στον Αμερικανό πρέσβη, μία, όπως αποδείχθηκε, αφελέστατη ερώτηση: «Τι στοιχεία έχετε εσείς για τη 17 Νοέμβρη;». Ο Μπερνς με κοίταξε με μείγμα απορίας, έκπληξης και επιτίμησης στο βλέμμα του. “Εμείς τι στοιχεία έχουμες Εσείς πρέπει να έχετε στοιχεία, εσείς είστε το κράτος που βρίσκεται επί 25 χρόνια κάτω από την απειλή των τρομοκρατών, χωρίς να έχετε, όπως φαίνεται, κάνει καμία πρόοδο για την αντιμετώπισή τους.
Ο Χρυσοχοϊδης περιγράφει τις προσπάθειές του να κατανοήσει ο ίδιος την τρομοκρατία και ακολούθως να διαπιστώσει πού βρισκόταν το ζήτημα. Διαπίστωσε γρήγορα ότι υπήρχε φόβος στην Αντιτρομοκρατική για την κριτική που δεχόταν για γκάφες τύπου Λουίζης Ριανκούρ, για τη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στους τρομοκράτες, αλλά και τα κινήματα υπεράσπισης προσώπων που συλλαμβάνονταν.
«Αρχές καλοκαιριού του ‘99 συγκάλεσα μία σύσκεψη στην οποία μετείχαν ο Νασιάκος, (τότε διοικητής της Αντιτρομοκρατικής) ο Φώτης Παπαγεωργίου, που ήταν τμηματάρχης της εσωτερικής τρομοκρατίας και ο αρμόδιος εισαγγελέας Γιάννης Διώτης. Το πρώτο πράγμα που τους είπα ήταν ότι το θέμα της τρομοκρατίας δεν παρουσιαζόταν στην κοινωνία με τον τρόπο που της άρμοζε. Ο κόσμος άκουγε για περιστατικά εγκληματικής βίας, άκουγε ψυχρές πληροφορίες, αλλά δεν είχε συνειδητοποιήσει το αιματοκύλισμα που επέφεραν αυτές οι ενέργειες. Θυμάμαι το σοκ που μου είχαν προκαλέσει οι φωτογραφίες των θυμάτων της τελευταίας εικοσαετίας, όταν ζήτησα και μου τις έφεραν για να τις δω. Οι Ελληνες πολίτες δεν είχαν υποστεί τέτοιο σοκ, αυτό ήταν σαφές».
Η έκθεση Νασιάκου
Μάλιστα, ο Χρυσοχοϊδης αποκαλύπτει ότι τότε είχε διαρρεύσει στον Τύπο την έκθεση Νασιάκου για την τρομοκρατία, που αποτελούσε ουσιαστικά την πλήρη αποτύπωση για όσα γνώριζε η υπηρεσία για τη δράση των τρομοκρατών στην Ελλάδα, προκειμένου να ταρακουνηθεί η κοινή γνώμη.
«...δεν υπήρχε πουθενά μια τόση δα άκρη ενός νήματος για να αρχίσεις να ξηλώνεις τον ιστό του αίματος. Και στις λίγες περιπτώσεις που μια τέτοια άκρη εμφανίστηκε από τύχη, δεν είχε αξιοποιηθεί σωστά. Πέρα από την περίπτωση της Λουίζης Ριανκούρ, ένα χαρακτηριστικότατο παράδειγμα ήταν η σύλληψη του Βασίλη Τζωρτζάτου το 1992, βασικού, όπως αποδείχθηκε δέκα χρόνια αργότερα, μέλους της 17Ν. Τότε, άντρες της Αντιτρομοκρατικής τον είχαν συλλάβει ως ύποπτο για τρομοκρατική ενέργεια, επειδή παρακολουθούσε τον αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο Μακιντάιρ. Αλλά, ενώ κρατήθηκε για ένα 24ωρο στην ασφάλεια, δεν προέκυψε τίποτα σε βάρος του και αφέθηκε ελεύθερος. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Τζωρτζάτος έστειλε τότε σε διάφορα έντυπα επιστολή διαμαρτυρίας για την κράτησή του και αυτά την είχαν πρόθυμα αναπαραγάγει», αφηγείται.
Η πρώτη αναφορά στον Γιωτόπουλο
«Οσο περνούσε ο καιρός προσπαθούσα να σκέφτομαι πιο σφαιρικά, με τη βοήθεια των αρχείων της αντιτρομοκρατικής, που βέβαια εκτείνονταν και σε προηγούμενες ενσαρκώσεις της και από εποχές διόλου δημοκρατικές, έκανα μια καταγραφή όλων των αντιφρονούντων εξόριστων ελλήνων που έμεναν στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της Χούντας. Ο λόγος που είχε αρχίσει το ενδιαφέρον μας να εστιάζεται ειδικά στο Παρίσι ήταν ότι από την ανάλυση των προκηρύξεων που είχαν γίνει στην υπηρεσία, αλλά ακόμη και από δημοσιευμένες στον Τύπο απόψεις ανθρώπων που γνώριζαν το τότε κλίμα, έβγαινε το συμπέρασμα ότι οι προκηρύξεις μύριζαν Γαλλία, γαλλική παιδεία, γαλλική κουλτούρα, γαλλικές πολιτικές αντιλήψεις της εποχής εκείνης» συνεχίζει, εξηγώντας πώς κινήθηκε την περίοδο πριν από την εξάρθρωση της 17Ν» .
«Προς επίρρωσιν της ακρίβειας της λίστας μου πήγα και συνάντησα τον Θόδωρο Πάγκαλο που είχε γίνει στο μεταξύ υπουργός Πολιτισμού. Η κουβέντα μας περιστράφηκε γύρω από όσους είχαν τότε εκδηλώσει ανοιχτά την πεποίθησή τους για ένοπλο αγώνα κατά της χούντας (…) Οσους μπορέσαμε τελικά να καταγράψουμε ως οπαδούς της ένοπλης βίας, αρχίσαμε να τους ψάχνουμε. Τι είχαν απογίνει μετά το τέλος της δικτατορίας, τι διαδρομή είχαν ακολουθήσει, πού βρίσκονταν τώρα και τι απόψεις εξέφραζαν; Ηδη με τις πρώτες σιωπηλές έρευνες που έκανε η αντιτρομοκρατική, μόνο δύο άτομα δεν μπορέσαμε να βρούμε τι απέγιναν και πού βρίσκονταν. Ο ένας από αυτούς εντοπίστηκε εν τέλει στην Πολωνία να ζει μια ζωή που δεν ήγειρε υποψίες. Ο δεύτερος ήταν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. (…) Μοιράστηκα τη θεωρία του Γιωτόπουλου με τον Νασιάκο και τον Παπαγεωργίου, καθώς και με τον αρμόδιο εισαγγελέα Διώτη».
Το «ως εδώ» του Χρυσοχοϊδη
Στο μεταξύ, ο Φώτης Νασιάκος έχει γίνει αρχηγός της Αστυνομίας και στην Αντιτρομοκρατική επέλεξε διοικητή τον προερχόμενο από το κοινό έγκλημα, τον Στέλιο Σύρο.
Το γεγονός που άλλαξε τον τρόπο που η αστυνομία λειτουργούσε απέναντι στην τρομοκρατία, αλλά και που η κοινή γνώμη αντιδρούσε, ήταν η δολοφονία του βρετανού ταξιάρχου Στήβεν Σόντερς. Ο Χρυσοχοϊδης βρέθηκε κοντά στους ανθρώπους της πρεσβείας, αλλά και τη γυναίκα του Σόντερς, την ώρα που ανακοινώθηκε ότι είχε υποκύψει στα τραύματά του. Ο ίδιος παραλληλίζει τον θάνατο του Σόντερς με τη στιγμή που είχε δει νεκρή την αδικαίωτη νεκρή της τρομοκρατίας, τη Βιργινία Κωνσταντίνου, που σκοτώθηκε από βόμβα την οποία είχαν τοποθετήσει τρομοκράτες, ασύλληπτοι έως σήμερα, έξω από το ξενοδοχείο Ιντερκοντινένταλ. Γράφει: «Εάν τη μέρα του περιστατικού στο Ιντερκοντινένταλ με τη Βιργινία ένιωσα αφόρητη λύπη όταν την είσα νεκρή, στην περίπτωση του Σόντερς, αντιθέτως, θύμωσα, έγινα έξω φρενών. Ενα κύμα οργής με κατέκλυσε μπροστά στο νεκρό του σώμα. Είπα μέσα μου: δεν είναι δυνατόν, δεν θα γλιτώσετε, ως εδώ!
Η πληροφοριοδότης Μαρία Τσιντέρη
Μετά τη δολοφονία Σόντερς, εμφανίστηκε τηλεφωνικά στην Κατεχάκη, μια γυναίκα που ισχυριζόταν ότι είχε πληροφορίες. Η περίφημη Μαρία Τσιντέρη «ταλαιπώρησε» τις υπηρεσίες για ένα διάστημα. Ο Χρυσοχοϊδης περιγράφει: «με ενημέρωσαν ότι μια γυναίκα θέλει να μιλήσει αποκλειστικά μαζί μου. Μου πέρασαν τη γραμμή και άκουσα μια γυναικεία φωνή να μου λέει: Θέλω να σας ενημερώσω και να σας δώσω πολύ συγκεκριμένες πληροφορίες για το σημερινό περιστατικό. Θα σας οδηγήσω πολύ γρήγορα στους δολοφόνους, να το ξέρετε. Εγώ αντέδρασα ψύχραιμα. Ηξερα από την αξιολόγηση στοιχείων που είχαμε ήδη κάνει τον αμφιλεγόμενο ρόλο που είχαν παίξει κάποιοι δυνάμει πληροφοριοδότες. Η γυναίκα στο τηλέφωνο συνέχισε λέγοντάς μου ότι ήθελε να με δει προσωπικά».
-Η άγνωστη γυναίκα ξαναήρθε σε επαφή μαζί μας μετά από ενάμιση μήνα. Εξουσιοδότησα τον Σύρο να πάει να τη συναντήσει. Το ραντεβού τους προγραμματίσθηκε σε μια καφετέρια στον Διόνυσο. Κατά τη συνάντησή τους, εκείνη του είπε ότι ήθελε για τις πληροφορίες που θα έδινε 14 εκατ. Δραχμές. Ονομαζόταν Μαρία Τσιντέρη. Όπως είπε στον Σύρο, δεν γνώριζε η ίδια στοιχεία για τη 17Ν, αλλά μια άλλη γυναίκα, που τώρα πια είχε καταφύγει στη Ρωσία, κάπου στη Σιβηρία, είπε. Εκείνος, έξυπνα φερομενος της είπε να πάνε μαζί στη Ρωσία να τη βρούνε, ώστε να της παραδώσουν στα χέρια της μιας τραπεζική επιταγή με το ποσό που ζητούσε. Η Τσιντέρη δεν δέχθηκε, οπότε ο Σύρος της είπε ορθά κοφτά ότι δεν την πιστεύει. Μετά από λίγους μήνες η τσιντέρη ήρθε εκ νέου σε επαφή μαζί μας. Αυτή τη φορά πήγε στο ραντεβού μαζί με τον Σύρο και ένας συνεργάτης του αξιωματικός, ο Φώτης Παπαγεωργίου. Με το που είδε όμως, τον Παπαγεωργίου, η Τσιντέρη αρνήθηκε να μιλήσει λέγοντας ότι αυτός είναι “πράκτορας των Αμερικάνων” και η ίδια δεν θέλει μπλεξίματα. Ετσι, η ιστορία αυτή κατέληξε εκεί που όφειλε εξαρχής, στον κάλαθο των αχρήστων, μαζί με τα παραμύθια των διαφόρων αυτόκλητων πληροφοριοδοτών, που, όπως αποδείχθηκε, είχαν αποσπάσει στο παρελθόν αρκετά εκατομμύρια για να αποκαλύψουν υποτιθέμενα μέλη της 17Ν».
Η Σκότλαντ Γιαρντ μετά τη δολοφονία Σόντερς
Η δολοφονία Σόντερς αποδείχθηκε καταλύτης στον τρόπο αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, ενώ η μεθοδικότητα των βρετανών ωφέλησαν πολλαπλάσια τις ελληνικές αρχές: «Οι Βρετανοί, πέραν των άλλων, μας πρόσφεραν όλη την πολύτιμη τεχνογνωσία τους σε θέματα ηλεκτρονικής παρακολούθησης, αλλά και πάνω στην εργαστηριακή δουλειά. (...)Επίσης με τους Βρετανούς αξιωματικούς της υπηρςεσίας πληροφοριών δουλέψαμε στον επικοινωνιακό τομέα, στον οποίο τότε ήμασταν πολύ πίσω. Εκείνοι μας δίδαξαν πώς να επικοινωνούμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο με τον κόσμο, πώς να καλούμε τους πολίτες μας να μας συνδράμουν ώστε να έχει η πρόσκληση τη μέγιστη αποτελεσματικότητα. Αυτά που μας είπαν ήταν διδάγματα μιας άλλης νοοτροπίας που δεν γνωρίζαμε μέχρι τότε. Για παράδειγμα μας συμβούλευσαν να μοιράσουμε φυλλάδια από την επόμενη κιόλας μέρα σε όλους τους οδηγούς που έκαναν καθημερινά το ίδιο δρομολόγιο με τον μακαρίτη τον Σόντερς στην Κηφισίας, προκειμένου να μεγιστοποιήσουμε τον αριθμό των πιθανών αυτοπτών μαρτύρων». Ο Χρυσοχοϊδης, επισημαίνει ιδιαίτερα το ρόλο που έπαιξε η χήρα του βρετανού ταξιάρχου Χέδερ Σόντερς, στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης.
Ταυτόχρονα, είχαν ξεκινήσει έρευνες για τον εντοπισμό του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου στην Αθήνα. Δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Ωσπου, το καλοκαίρι του 2001, εμφανίστηκε ο πληροφοριοδότης Χι.
Αφηγείται ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη:
Μεσοκαλόκαιρο του 2001, αμέσως μετά την τοποθέτηση Νασιάκου στην αρχηγία, ένας παλιός φίλος μού διεμήνυσε ότι κάποιος που δεν γνωρίζω θέλει να με δει και να μου δώσει στοιχεία για το θέμα της τρομοκρατίας. Ο συγκεκριμένος άνθρωπος μου μίλησε αρχικά στο τηλέφωνο, μου συστήθηκε ως Χι, γι’ αυτό κι εγώ έτσι τον αποκαλούσε στη συνέχεια. Μου ζήτησε απόλυτη εχεμύθεια και την προστασία μου, αφού θα μου εξέθετε στοιχεία και γεγονότα για τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Μίλησα με τον Νασιάκο και τον Διώτη και αποφασίσαμε να κάνουν συναντήσεις με τον Χι, να δούμε κατά πόσο θα μας έλεγε αλήθειες ή αστειότητες σαν την Τσιντέρη. Σύντομα αποδείχθηκε ότι ο Χι ήταν μια εξαιρετικά πολύτιμη πηγή πληροφοριών. Εγώ υπέθεσα ότι είχε περάσει από τη μαζικότερη τότε επανατική οργάνωση, Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας, όχι όμως από τη 17Ν. Ωστόσο, φάνηκε πως γνώριζε καλά πρόσωπα και πράγματα, κυρίως για την πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης.
Σημειώνεται ότι ο ΕΛΑ είχε ανακοινώσει την παύση της δράσης του τον Ιανουάριο του 1995, λίγους μήνες μετά τη δολοφονία του αστυνομικού υποδιευθυντή Απόστολου Βέλλιου.
«Ο Χι μας άνοιξε πρώτη φορά τα μάτια για συγκεκριμένα πρόσωπα που είχαν συμμετοχή στη 17Ν. Μας μίλησε αρχικά για τον άνθρωπο με το κουλό χέρι όπως τον έλεγε- μιλούσε για τον Παύλο Σερίδη, όπως διαπιστώσαμε αργότερα, που είχε συμμετάσχει στη δολοφονία του Γουέλς. Επίσης ο Χι μας μίλησε για τον πιο δραστήριο στρατολόγο της οργάνωσης, που ωστόσο δεν ήταν καθόλου βέβαιο ότι συμμετείχε σε χτυπήματα. Δεν γνώριζε πρόσωπα ούτε και ονόματα, η συνεισφορά του, ωστόσο, ήταν πολύτιμη για δυο λόγους. Μας αποκάλυψε τον τρόπο σκέψης, το πολιτικό και ψυχικό υπόβαθρο των ανθρώπων αυτών και μέσα από τις περιγραφές περιστατικών φωτογράφισε πρόσωπα για τα οποία υπήρχαν ενδείξεις από την πλευρά της αστυνομίας. Ετσι μπόρεσε η υπηρεσία και ταυτοποίησε τον Βασίλη Τζωρτζάτο, τον ίδιο άνθρωπο που είχε προσαχθεί το 1992 στην Ασφάλεια, όταν παρακολουθούσε τον αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο Μάκιντάιρ και αφέθηκε ελεύυθερος λόγω έλλειψης στοιχείων. Τέλος, ο Χι αναφέρθηκε στον Ψηλό, όπως τον αποκαλούσε. Αυτός, μας είπε, ήταν ο αρχηγός της οργάνωσης. Ισχυρίστηκε ότι δεν ήξερε το πραγματικό του όνομα αν και τον είχε συναντήσει στην αρχή της μεταπολίτευσης. Για τα ελληνικά δεδομένα, ο Γιωτόπουλος ήταν όντως ψηλός και με όσα μας είπε ο Χι γι’ αυτόν βεβαιωθήκαμε ότι είχαμε βάλει στο στόχαστρο τον σωστό άνθρωπο».
Ο Χι και ο Κάρλος το Τσακάλι
Ο Χι όμως, αποδείχθηκε πρόσωπο με γνώσεις και με παρουσία σε γεγονότα του λεγόμενου αντάρτικου πόλεων. Κάποια στιγμή, μέσα στο ντουμάνι από τα τσιγάρα τα δικά του και του Χρυσοχοϊδη, που τότε κάπνισε, περιέγραψε μια ιστορία με τον διαβόητο τρομοκράτη Κάρλος, στο Βελιγράδι:
«Ενα εντυπωσιακό και άγνωστο περιστατικό που διηγήθηκε ο Χι ήταν το εξής: κάπου στις αρχές του 2978 είχε συναντηθεί με τον Κάρλος, τον διαβόητο διεθνώς τρομοκράτη, γνωστό και ως Τσακάλι. Εκείνη την εποχή είχε γίνει κάποιου είδους συνάντηση εκπροσώπων αρκετών ευρωπαϊκών αυτοαποκαλούμενων επαναστατικών οργανώσεων στο Βελιγράδι, επί Τίτο ακόμη. Η τρομοκρατία ήταν τότε αρκετά ενεργή και τα μέλη της, εφόσον βρίσκονταν σε έδαφος φιλικό, είχαν αποθρασυνθεί. Ο Κάρλος ήθελε να μιλήσει πρώτος, αλλά ο Χι, που ένιωθε Ελληνας μάγκας, τόλμησε να φέρει αντίρρηση. “Γιατί να μιλήσεις εσύ πρώτος;” του είπε και το Τσακάλι τον προκάλεσε με την αστεία εφηβική πρόκληση, που τη λένε οι ενήλικες μόνο μεταφορικά, αλλά αυτός κυριολεκτούσε: “θα τις βγάλουμε στο τραπέζι να τις μετρήσουμε, κι όποιος την έχει πιο μεγάλη, αυτός θα μιλήσει πρώτος”. Και καθώς φαίνεται, ο Κάρλος είχε εξαιρετικά φυσικά προσόντα, βγήκε κερδισμένος στην αναμέτρηση και μίλησε πράγματι πρώτος».
Ο Χρυσοχοϊδης, πάντως, σημειώνει στο βιβλίο του, ότι «Πολλοί πιστεύουν ότι το όνομα της 17Ν οφείλεται στη φοιτητική εξέγερση του Πολυτεχνείου, στην πραγματικότητα όμως η ονομασία προέρχεται από την ημερομηνία ίδρυσης του ΣΕΚΕ, στις 17 Νοέμβρη 1918, του κόμματος που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε ΚΚΕ το 1926».
Οι πιέσεις για συλλήψεις
Οι πληροφορίες για τον Γιωτόπουλο πλήθαιναν. Μία από αυτές ήταν από τον Παύλο Αποστολίδη της ΕΥΠ που είχε ταξιδεύσει στην Κούβα μετά την πληροφορία ότι περίπου είκοσι άτομα από την Ευρώπη είχαν εκπαιδευτεί εκεί, το 1968, στο αντάρτικο πόλης. Ανάμεσά τους, ήταν ο Γιωτόπουλος. Οι αρχές της Κούβας βεβαίως το αρνήθηκαν.
Μετά από τις πληροφορίες του Χι άρχισαν οι πιέσεις για συλλήψεις. «Είπαμε να περιμένουμε να περάσει το καλοκαίρι και το φθινόπωρο να το ξανασκεφτούμε. Ετσι κι αλλιώς όλοι οι ύποπτοι που γνωρίζαμε παρακολουθούνταν ήδη στενότατα. Ημασταν λοιπόν στην αναμονή και δεν θα κάναμε καμία πιο επιθετική κίνηση μέχρι τον Σεπτέμβριο, το νωρίτερο. Αλλά οι συνθήκες άλλαξαν άρδην το βράδυ του Σαββάτου της 29ης Ιουνίου, όταν έσκασε μία ακόμα βόμβα από τις εκατοντάδες που είχαν αναστατώσει τον τόπο τα τελευταία χρόνια. Αυτή όμως η βόμβα ειδικά θα άλλαζε ριζικά το τοπίο της έρευνας, αλλά και της τρομοκρατίας στην Ελλάδα. Η βόμβα εξερράγη κατά λάθος στα χέρια του ανθρώπου που επιχειρούσε να την τοποθετήσει στα εκδοτήρια της εταιρείας των Flying Dolphins στον Πειραιά. Το όνομά του ήταν Σάββας Ξηρός».
Ο Χρυσοχοϊδης περιγράφει τη στιγμή που ο επικεφαλής των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων, ανακοίνωσε σ΄εκείνον, τον Νασιάκο, τον Σύρο και τον Διώτη ότι αποτύπωμα του Σάββα Ξηρού είχε εντοπιστεί στο αυτοκίνητο που είχαν χρησιμοποιήσει οι τρομοκράτες της 17Ν στη δολοφονία του Κωστή Περατικού, στον Πειραιά, τον Μάιο του 1997.
«Ηρθε ο Κυριακάκης με τη φωνή του να τρέμει ότι το αποτύπωμα του Ξηρού ήταν ίδιο με αυτό που είχε βρεθεί σε μια πλαστική σακούλα στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου της δολοφονίας Περατικού που είχαν εγκαταλείψει οι δράστες. Αυτό ήταν το απόλυτο αποδεικτικό στοιχείο ότι είχαμε επιτέλους στο χέρι τη 17Ν. «Οι στιγμές που ακολούθησαν ήταν συγκλονιστικές, όταν βουρκωμένοι αγκαλιαζόμασταν, κλαίγαμε από τη χαρά, αλλά ικαι την ένταση που ξεσπούσε, λυγισμένοι από το βάρος της μεγάλης αποκάλυψης. »
Η δημοσιοποίηση της φωτογραφίας του Ξηρού οδήγησε στην πρώτη από τις δύο γιάφκες της 17Ν, στην οδό Πάτμου, στα Πατήσια. Ο τότε υποδιοικητής της Αντιτρομοκρατικής Πολύκαρπος Δημητρόπουλος, άνοιξε δοκιμάζοντας ένα προς ένα τα κλειδιά που είχε σε μια αρμαθιά πάνω του ο Σάββας Ξηρός το βράδυ της έκρηξης στον Πειραιά.
«Τώρα βλέπω μπροστά μου τη σημαία της 17Ν… Τώρα...» είπε με σπασμένη από τη συγκίνηση φωνή στον Χρυσοχοϊδη. Ο Σάββας Ξηρός υπέδειξε στην αστυνομία και τη δεύτερη γιάφκα, στην οδό Δαμάρεως στο Παγκράτι. Εκεί όπλα βρέθηκαν στη μπανιέρα με νερό και χλωρίνη, σε μια προσπάθεια του Κουφοντίνα να σβήσει αποτυπώματα. Το ξήλωμα της 17Ν ήταν ήδη γεγονός και όλα πλέον Ιστορία.
Η μαύρη κηλίδα στην ψυχή
Για τον άνθρωπο Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, πάντως, η δολοφονία του υπασπιστή του Γιώργου Βασιλάκη είναι και θα παραμείνει κηλίδα ανεξίλητη στην ψυχή του. Γράφει: «Ο θάνατος του Γιώργου Βασιλάκη στάθηκε για μένα ένα αβάσταχτο φορτίο ενοχών από το οποίο δεν μπορούσα να συνέλθω. Τούτη η τραγωδία με χάραξε βαθύτατα, έκανα μήνες ολόκληρους για να μπορέσω να κοιμηθώ τη νύχτα. Σήμερα, νιώθω ακόμη μέσα μου να κουβαλάω αυτό το βάρος. Ενας αθώος άνθρωπος σκοτώθηκε στη θέση μου, αυτό δυστυχώς δεν αλλάζει και θα μείνει για πάντα ανεξίτηλη μαύρη κηλίδα στην ψυχή μου.